Το ντουλάπι των αποτυχημένων είναι ένα μυθιστόρημα. Η ιστορία του διαδραματίζεται σε 24 ώρες και αφορά τον εργασιακό μεσαίωνα, την έλλειψη προσωπικού χρόνου και την εξέλιξη των βιογραφικών σε ταυτότητα των σύγχρονων υπαλλήλων.

Γράφτηκε το 2008.  



Περίληψη

Σε μια Εταιρία με αυταρχικό και πολύωρο εργασιακό περιβάλλον, ένας υπάλληλος είναι υπεύθυνος για τα βιογραφικά που φέρνουν όσοι αιτούνται εργασία. Όσα από αυτά αποτυγχάνουν καταλήγουν στο ντουλάπι που βρίσκεται πίσω από το γραφείο του, γνωστό και ως ‘το ντουλάπι των αποτυχημένων’.
Ο κ. Βασιλείου είναι ένα βιογραφικό ελάχιστων προσόντων, που καταλήγει στο ντουλάπι μαζί με τα υπόλοιπα που έχουν απορριφθεί. Όταν η πόρτα θα κλείσει, αυτό που θα απομείνει είναι το σκοτάδι και οι φωνές των υπόλοιπων εγκλείστων.
Υπάλληλος και βιογραφικό, ο καθένας στους δικούς του τοίχους, προσπαθούν να ανταπεξέλθουν και να κρατηθούν όπως μπορούν.
Η αποκάλυψη μιας απάτης θα φανερώσει την φύση των κόσμων τους, ώσπου το τέλος θα φέρει στο φως ολόκληρη την αλήθεια μιας βαθύτερης ανάγκης, και το αν οι ελπίδες τους ευοδωθούν ή όχι.


Απόσπασμα

«…Σκέφτηκε πως ίσως, κάπου εκεί πέρα, να βρισκόταν και η κοπέλα που ήθελε να βοηθήσει να προσληφθεί, και μπήκε στον πειρασμό να κατέβει να την ψάξει. Αλλά έβγαλε την σκέψη από το μυαλό του γιατί είχαν απομείνει πια ελάχιστοι διαδηλωτές, και εξάλλου, θυμήθηκε πως τέτοια μέρα και ώρα η κοπέλα βρισκόταν σε ένα μακρινό προάστιο, στο ένα από τα δυο της σεμινάρια. Είχε τηλεφωνήσει τις προηγούμενες μέρες στα γραφεία των διοργανωτών και είχε μάθει λεπτομερώς το πρόγραμμα τους, σαν να ήταν κι αυτός ένας από τους ενδιαφερόμενους.
Ακόμα όμως κι αν αυτή είχε αποφασίσει να πάει στην διαδήλωση και βρισκόταν στους δρόμους, τα μάτια του τον πρόδιδαν. Κατέβαιναν συνεχώς τα βλέφαρα προς τα κάτω, έτοιμα να σφραγίσουν το τέλος μιας ίδιας μέρας, κι αυτός, όταν το καταλάβαινε, τα ανασήκωνε απότομα και τα ανοιγόκλεινε δυνατά, για να τα πείσει να παραμείνουν ξύπνια τώρα που είχε δικό του χρόνο.
Αλλά μετά από λίγο αυτά ξαναχαμήλωναν, λες και το γουργουρητό του αστικού τα έσπρωχνε να ενωθούν μαλακά με τα κάτω βλέφαρα. Ακολουθούσαν τότε σκοτεινά κενά που επιστημονικά θεωρούνταν μάλλον ύπνος, αλλά ήταν περισσότερο μια ακροβασία μεταξύ σκοταδιού και αλλοιωμένης πραγματικότητας γιατί τα σκοτεινά κενά τα διαδέχονταν οι εικόνες που είχε δει από το παράθυρο, αλλά παραποιημένες, σαν τα βιογραφικά που παραποιούσε και ο ίδιος…»